O Παπαδιαμάντης γεννήθηκε στη Σκιάθο το 1851 και γονείς του ήταν ο ιερέας
Αδαμάντιος Εμμανουήλ και η Αγγελική. Μεγάλωσε ανάμεσα σε εννιά παιδιά (τα δύο
πέθαναν μικρά).
Τα πρώτα γράμματα τα έμαθε στο νησί του, εσωτερικός στην Ι. Μονή του
Ευαγγελισμού.
Φοίτησε στο Γυμνάσιο (με πολλές διακοπές, λόγω οικονομικών
δυσκολιών) στη Χαλκίδα και στον Πειραιά και το τελείωσε στο Βαρβάκειο της
Αθήνας. Πάντα φτωχός, άρχισε από μαθητής να κερδίζει το ψωμί του. Στην Αθήνα
γράφτηκε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, την οποία, με όλες τις
προσπάθειες που έκανε, δεν την τελείωσε, γιατί η φτώχεια, η ανέχεια και η
επισφαλής υγεία του τού στάθηκαν ανυπέρβλητα εμπόδια. Το ότι δεν πήρε το δίπλωμά
του στοίχισε στον πατέρα του, ο οποίος τον περίμενε να γυρίσει καθηγητής στο
νησί και να βοηθήσει τις τέσσερις αδελφές του.
Απογοητευμένος συνεχώς από τη ζωή
της Αθήνας, αναζητούσε συχνά καταφύγιο στη Σκιάθο. Ωστόσο, επειδή οι οικονομικές
του ανάγκες ήταν πολλές, σύντομα αναγκαζόταν να επιστρέψει στην Αθήνα.
Από τη στιγμή που γράφτηκε στο Πανεπιστήμιο άρχισε να δημοσιογραφεί και να
κάνει μεταφράσεις από τα Γαλλικά και Αγγλικά, γλώσσες που είχε μάθει σε βάθος
και που λίγοι τις γνώριζαν τόσο καλά στην εποχή του. Τα εισοδήματά του ήταν
πενιχρά και ζούσε σε φτωχικά δωμάτια και σε εργατικές κατοικίες.
Ελάχιστοι ήταν οι φίλοι του, όπως ο συγγραφέας και ερευνητής Γιάννης
Βλαχογιάννης, ο ποιητής Μιλτιάδης Μαλακάσης και ένας δυο άλλοι.
αριστερά: ο Παπαδιαμάντης, δεξιά: ο Βλαχογιάννης.
Όποτε πήγαινε στο νησί του εξακολούθησε να κάνει τις μεταφράσεις που του
έστελνε ο Γιάννης Βλαχογιάννης, για να έχει κάποιον πόρο ζωής, μα ύστερα από
λίγο τα χέρια του πρήστηκαν και του ήταν δύσκολο να γράφει.
Το στίγμα που άφησε στην ποιητική και λογοτεχνικής ιστορία της χώρας ήταν
αξιοσημείωτο. Για να καταλάβουμε το μέγεθος της σημαντικότητάς του, θυμίζουμε το
τι είχε αναφέρει ο Ελύτης για τον Παπαδιαμάντη:
Ὅπου καὶ νὰ σᾶς βρίσκει τὸ κακό, ἀδελφοί
ὅπου καὶ νὰ θολώνει ὁ νοῦς σας
μνημονεύετε Διονύσιο Σολωμὸ
καὶ μνημονεύετε Ἀλέξανδρο Παπαδιαμάντη.
Ὀδυσσέας Ἐλύτης, Τὸ Ἄξιoν Ἐστί